- Δημοσιεύσεις
- 26.592
- Ηλικία
- 62
- Περιοχή
- Αγρινιο
- Μοτοσυκλέτα
-
KAWASAKI ΖΧR 900 1999
MODENAS X CITE 135 2009
- Όνομα
- ΜΙΧΑΛΗΣ
- Περιοχή
- ΑΓΡΙΝΙΟ
Η Moto Guzzi κέρδισε τον διαγωνισμό, κατασκευάζοντας τις V7 700 Police των Καραμπινιέρων αλλά κέρδισε επίσης κάτι πολύ σημαντικότερο, έναν κινητήρα αντάξιο του μονοκύλινδρου 500άρη στον οποίον βασίστηκε η παραγωγή της εταιρείας στην αρχή της ιστορίας της.
Το 1967 λοιπόν παρουσιάζεται η πολιτική έκδοση V7 των 700 cc, με τα μοντέλα Ambassador, Special και Sport να ακολουθούν λίγα χρόνια μετά, επανακτώντας την εμπιστοσύνη και την προτίμηση των αναβατών, αρχικά στην Ιταλία.
Ο V-2 κινητήρας της Guzzi, έχει τράβηγμα από χαμηλά και φανταστικές μεσαίες, ενώ συνοδεία ποιοτικών περιφερειακών και παραδοσιακά καλού ιταλικού στησίματος, κάτι που υλοποιήθηκε στο μεγαλύτερο βαθμό με το 850T Interceptor, εισάγει και το sport ως συνοδευτική ποιότητα, στη νέα αυτή εποχή της εταιρίας.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε επίσης και η προσθήκη ενός νέου μηχανικού στην εταιρία, με εκπληκτικό βιογραφικό, που περιλάμβανε θητείες στις Benelli, Aermacchi, F.B. Mondial και MV Agusta. O Lino Tonti, επανέφερε το αγωνιστικό πάθος στην Moto Guzzi και εξέλιξε κινητήρες και πλαίσια, από το σημείο που ο Carcano τα είχε αφήσει.
Όμως αυτά δεν αρκούν για να επαναφέρουν την Moto Guzzi σε κερδοφορία, ας μην ξεχνάμε ότι ήδη έχει ξεκινήσει και η σαρωτική ιαπωνική επέλαση, οπότε το 1973, η SEIMM αποφασίζει να παραδώσει τους τίτλους ιδιοκτησίας στην De Tomaso, του Αργεντίνου βιομήχανου Alejandro De Tomaso, με τη γνωστή του αδυναμία στις ευρωπαϊκές sport κατασκευάστριες, ειδικά όταν αυτές προσφέρονται σε τιμή ευκαιρίας!
Δύο χρόνια μετά την νέα αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος, παρουσιάζεται η σημαντικότερη μοτοσυκλέτα στην ιστορία της Moto Guzzi, και αυτή πάνω στην οποία οικοδομήθηκε ο σύγχρονος θρύλος της.
Το 850 Le Mans αποκαλύπτεται στην έκθεση του Μιλάνου το 1975 και λανσάρεται στην αγορά το 1976.
Moto Guzzi 850 LeMans 1975
Πρόκειται για ένα café racer μοντέλο το οποίο μαζί με τις αντίστοιχες προτάσεις από Laverda και Ducati, δημιουργούν την περίφημη ιταλική σχολή sport μοτοσυκλετών λίγο πριν τη μετάβαση στη δεκαετία του 1980.
Σε αντίθεση με το αντίπαλων δέος των ιαπωνικών μοτοσυκλετών της εποχής που είχαν την ισχύ αλλά… πήγαιναν ευθεία στις στροφές, τα ιταλικά και έστριβαν και φρέναραν και ήταν σταθερά στις υψηλές ταχύτητες.
Moto Guzzi Lemans III 850
Το Le Mans 850 της Guzzi, είχε μάλιστα τα πιο τουριστικά χαρακτηριστικά, αποτελώντας ένα από τα πρώτα δείγματα της κατηγορίας των sport – touring μοτοσυκλετών, αποτέλεσε δε την μοτοσυκλέτα που προσέδωσε εκ νέου τη χαμένη αίγλη στην εταιρία και στις μέρες μας θεωρείται ένα μοντέλο-θρύλος.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί και σε αυτή την περίπτωση, η ενσωμάτωση συνδυασμένου συστήματος πέδησης στα φρένα, το περίφημο Integrale, που αποτέλεσε την πρώτη εφαρμογή της τεχνολογίας αυτής, σε μοτοσυκλέτα παραγωγής.
Moto Guzzi V65 1982
Η Moto Guzzi θα συνεχίσει να αναπτύσσει την γκάμα της τα επόμενα χρόνια, βασιζόμενη πάντα στον V2 αερόψυκτο κινητήρα που την ανέστησε το 1967.
To Le Mans θα αποκτήσει δύο ακόμα εκδόσεις, ενώ θα προστεθούν και μικρότερου κυβισμού μοντέλα στη γκάμα, όπως τα V35, V50 και V65, ενώ η σειρά των California θα εισάγει την εταιρία και στην cruiser κατηγορία, δημιουργώντας ένα πυρήνα πιστής πελατειακής βάσης και στις ΗΠΑ.
Moto Guzzi California 1987
Όπως και οι περισσότεροι Ευρωπαίοι κατασκευαστές, όμως, η Moto Guzzi δεν θα καταφέρει να αντιμετωπίσει τους Iάπωνες, αλλά και τον ίδιο της τον εαυτό με τα σοβαρά προβλήματα ποιοτικού ελέγχου και αξιοπιστίας, περνώντας σε μια ληθαργική κατάσταση.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μέχρι το 2004, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων όπως η Daytona 1000 του 1992, η εταιρία δεν θα καταφέρει να ανακτήσει την θέση της στην αγορά και θα παραμείνει στη συνείδηση των περισσότερων ως μια κατασκευάστρια με ένδοξο παρελθόν αλλά αμφίβολο παρόν και μέλλον.
Moto Guzzi Daytona 1000 1989
Ούτε η απόκτησή της από την Aprilia το 2000 θα αλλάξει την κατάσταση, αφού παρά το ότι οι προσθέσεις ήταν καλές, η οικονομική κατάρρευση της εταιρίας από το Noale, έβαλε ένα απότομο και άδοξο τέλος στα οποία σχέδια είχαν καταστρωθεί.
Το 2004 η Moto Guzzi περνά στον όμιλο της Piaggio, στον οποίο και παραμένει μέχρι και σήμερα, σημειώνοντας αργά αλλά σταθερά βήματα ανάκαμψης.
Τα Moto Guzzi Griso, Stelvio, Breva και Norge, καθώς και οι νέες εκδόσεις των California, επανέφεραν με αξιώσεις το όνομα της εταιρίας στην αγορά, προσφέροντας ένα ξεχωριστό και απαλλαγμένο από τα προβλήματα του παρελθόντος στίγμα, σε μια ομογενοποιημένη αγορά.
Moto Guzzi Griso 1100 8v
Ήταν όμως τα υπέροχα V7 αυτά που κατάφεραν να επιτύχουν τις μεγαλύτερες πωλήσεις και να επανασυστήσουν σε πολύ κόσμο την μοναδική αίσθηση του V2 της Moto Guzzi.
To πρόσφατο V855TT διεύρυνε τη γκάμα στα Advneture, ενώ τα V9 και τα California συνεχίζουν να επιτελούν το έργο τους στις αγορές που αρέσκονται περισσότερο στα cruiser.
Μετά από έναν αιώνα τι μας επιφυλάσσει, λοιπόν, το μέλλον; Πρώτα απ΄όλα το γεγονός ότι η Moto Guzzi… υπάρχει και βρίσκεται υπό την στέγη ενός μεγάλου ομίλου όπως η Piaggio, είναι αν μη τι άλλο θετικό!
Πρόκειται για ένα τεράστιο κομμάτι της ιστορίας των δύο τροχών το οποίο δεν άξιζε σε καμία περίπτωση να περάσει στην λήθη.
Οι εποχές αλλάζουν με καταιγιστικούς ρυθμούς βέβαια και το πώς θα μετασχηματιστεί και θα προσαρμοστεί η μοτοσυκλέτα σε αυτές τις εξελίξεις είναι άγνωστο. Ωστόσο αυτό που φαντάζει ως η μεγαλύτερη απειλή για μια εταιρία με αυτό το ρετρό, “αναλογικό” προφίλ, τελικά ίσως να αποτελεί και το πλεονέκτημά της.
Γιατί μέσα από εκατοντάδες ψηφιοποιημένα μοντέλα που προσπαθούν να μοιάσουν το ένα στο άλλο, η Moto Guzzi, έχει να προτείνει κάτι το διαφορετικό, μια πραγματικά μοναδική αίσθηση (όσοι έχετε ανοίξει το γκάζι σε V2 Guzzi, θα καταλάβετε, οι υπόλοιποι, δοκιμάστε το!) και ένα πολύ έντονο χαρακτήρα.
Αυτά είναι λοιπόν τα στοιχεία στα οποία θα πρέπει να επενδύσει η Piaggio και πραγματικά προσβλέπουμε και ελπίζουμε στην περαιτέρω ανάπτυξη της γκάμας των νεορετρό Moto Guzzi!
Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε όλοι μας μια βαθιά υπόκλιση και ένα μεγάλο ευχαριστώ στους: Giovanni Ravelli, Carlo Guzzi, Guiseppe Guzzi , Emanuele Parodi, Giorgio Parodi, Giulio Cesare Carcano, Lino Tonti, Umberto Todero και σε όλους τους επώνυμους και ανώνυμους που συνέβαλαν στο να γραφτεί ένα από τα πιο ένδοξα και όμορφα κεφάλαια στην ιστορία των δύο τροχών!
Πηγη https://motorbike.gr
Το 1967 λοιπόν παρουσιάζεται η πολιτική έκδοση V7 των 700 cc, με τα μοντέλα Ambassador, Special και Sport να ακολουθούν λίγα χρόνια μετά, επανακτώντας την εμπιστοσύνη και την προτίμηση των αναβατών, αρχικά στην Ιταλία.
Ο V-2 κινητήρας της Guzzi, έχει τράβηγμα από χαμηλά και φανταστικές μεσαίες, ενώ συνοδεία ποιοτικών περιφερειακών και παραδοσιακά καλού ιταλικού στησίματος, κάτι που υλοποιήθηκε στο μεγαλύτερο βαθμό με το 850T Interceptor, εισάγει και το sport ως συνοδευτική ποιότητα, στη νέα αυτή εποχή της εταιρίας.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε επίσης και η προσθήκη ενός νέου μηχανικού στην εταιρία, με εκπληκτικό βιογραφικό, που περιλάμβανε θητείες στις Benelli, Aermacchi, F.B. Mondial και MV Agusta. O Lino Tonti, επανέφερε το αγωνιστικό πάθος στην Moto Guzzi και εξέλιξε κινητήρες και πλαίσια, από το σημείο που ο Carcano τα είχε αφήσει.
Όμως αυτά δεν αρκούν για να επαναφέρουν την Moto Guzzi σε κερδοφορία, ας μην ξεχνάμε ότι ήδη έχει ξεκινήσει και η σαρωτική ιαπωνική επέλαση, οπότε το 1973, η SEIMM αποφασίζει να παραδώσει τους τίτλους ιδιοκτησίας στην De Tomaso, του Αργεντίνου βιομήχανου Alejandro De Tomaso, με τη γνωστή του αδυναμία στις ευρωπαϊκές sport κατασκευάστριες, ειδικά όταν αυτές προσφέρονται σε τιμή ευκαιρίας!
Δύο χρόνια μετά την νέα αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος, παρουσιάζεται η σημαντικότερη μοτοσυκλέτα στην ιστορία της Moto Guzzi, και αυτή πάνω στην οποία οικοδομήθηκε ο σύγχρονος θρύλος της.
Το 850 Le Mans αποκαλύπτεται στην έκθεση του Μιλάνου το 1975 και λανσάρεται στην αγορά το 1976.
Moto Guzzi 850 LeMans 1975
Πρόκειται για ένα café racer μοντέλο το οποίο μαζί με τις αντίστοιχες προτάσεις από Laverda και Ducati, δημιουργούν την περίφημη ιταλική σχολή sport μοτοσυκλετών λίγο πριν τη μετάβαση στη δεκαετία του 1980.
Σε αντίθεση με το αντίπαλων δέος των ιαπωνικών μοτοσυκλετών της εποχής που είχαν την ισχύ αλλά… πήγαιναν ευθεία στις στροφές, τα ιταλικά και έστριβαν και φρέναραν και ήταν σταθερά στις υψηλές ταχύτητες.
Moto Guzzi Lemans III 850
Το Le Mans 850 της Guzzi, είχε μάλιστα τα πιο τουριστικά χαρακτηριστικά, αποτελώντας ένα από τα πρώτα δείγματα της κατηγορίας των sport – touring μοτοσυκλετών, αποτέλεσε δε την μοτοσυκλέτα που προσέδωσε εκ νέου τη χαμένη αίγλη στην εταιρία και στις μέρες μας θεωρείται ένα μοντέλο-θρύλος.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί και σε αυτή την περίπτωση, η ενσωμάτωση συνδυασμένου συστήματος πέδησης στα φρένα, το περίφημο Integrale, που αποτέλεσε την πρώτη εφαρμογή της τεχνολογίας αυτής, σε μοτοσυκλέτα παραγωγής.
Moto Guzzi V65 1982
Η Moto Guzzi θα συνεχίσει να αναπτύσσει την γκάμα της τα επόμενα χρόνια, βασιζόμενη πάντα στον V2 αερόψυκτο κινητήρα που την ανέστησε το 1967.
To Le Mans θα αποκτήσει δύο ακόμα εκδόσεις, ενώ θα προστεθούν και μικρότερου κυβισμού μοντέλα στη γκάμα, όπως τα V35, V50 και V65, ενώ η σειρά των California θα εισάγει την εταιρία και στην cruiser κατηγορία, δημιουργώντας ένα πυρήνα πιστής πελατειακής βάσης και στις ΗΠΑ.
Moto Guzzi California 1987
Όπως και οι περισσότεροι Ευρωπαίοι κατασκευαστές, όμως, η Moto Guzzi δεν θα καταφέρει να αντιμετωπίσει τους Iάπωνες, αλλά και τον ίδιο της τον εαυτό με τα σοβαρά προβλήματα ποιοτικού ελέγχου και αξιοπιστίας, περνώντας σε μια ληθαργική κατάσταση.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μέχρι το 2004, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων όπως η Daytona 1000 του 1992, η εταιρία δεν θα καταφέρει να ανακτήσει την θέση της στην αγορά και θα παραμείνει στη συνείδηση των περισσότερων ως μια κατασκευάστρια με ένδοξο παρελθόν αλλά αμφίβολο παρόν και μέλλον.
Moto Guzzi Daytona 1000 1989
Ούτε η απόκτησή της από την Aprilia το 2000 θα αλλάξει την κατάσταση, αφού παρά το ότι οι προσθέσεις ήταν καλές, η οικονομική κατάρρευση της εταιρίας από το Noale, έβαλε ένα απότομο και άδοξο τέλος στα οποία σχέδια είχαν καταστρωθεί.
Το 2004 η Moto Guzzi περνά στον όμιλο της Piaggio, στον οποίο και παραμένει μέχρι και σήμερα, σημειώνοντας αργά αλλά σταθερά βήματα ανάκαμψης.
Τα Moto Guzzi Griso, Stelvio, Breva και Norge, καθώς και οι νέες εκδόσεις των California, επανέφεραν με αξιώσεις το όνομα της εταιρίας στην αγορά, προσφέροντας ένα ξεχωριστό και απαλλαγμένο από τα προβλήματα του παρελθόντος στίγμα, σε μια ομογενοποιημένη αγορά.
Moto Guzzi Griso 1100 8v
Ήταν όμως τα υπέροχα V7 αυτά που κατάφεραν να επιτύχουν τις μεγαλύτερες πωλήσεις και να επανασυστήσουν σε πολύ κόσμο την μοναδική αίσθηση του V2 της Moto Guzzi.
To πρόσφατο V855TT διεύρυνε τη γκάμα στα Advneture, ενώ τα V9 και τα California συνεχίζουν να επιτελούν το έργο τους στις αγορές που αρέσκονται περισσότερο στα cruiser.
Μετά από έναν αιώνα τι μας επιφυλάσσει, λοιπόν, το μέλλον; Πρώτα απ΄όλα το γεγονός ότι η Moto Guzzi… υπάρχει και βρίσκεται υπό την στέγη ενός μεγάλου ομίλου όπως η Piaggio, είναι αν μη τι άλλο θετικό!
Πρόκειται για ένα τεράστιο κομμάτι της ιστορίας των δύο τροχών το οποίο δεν άξιζε σε καμία περίπτωση να περάσει στην λήθη.
Οι εποχές αλλάζουν με καταιγιστικούς ρυθμούς βέβαια και το πώς θα μετασχηματιστεί και θα προσαρμοστεί η μοτοσυκλέτα σε αυτές τις εξελίξεις είναι άγνωστο. Ωστόσο αυτό που φαντάζει ως η μεγαλύτερη απειλή για μια εταιρία με αυτό το ρετρό, “αναλογικό” προφίλ, τελικά ίσως να αποτελεί και το πλεονέκτημά της.
Γιατί μέσα από εκατοντάδες ψηφιοποιημένα μοντέλα που προσπαθούν να μοιάσουν το ένα στο άλλο, η Moto Guzzi, έχει να προτείνει κάτι το διαφορετικό, μια πραγματικά μοναδική αίσθηση (όσοι έχετε ανοίξει το γκάζι σε V2 Guzzi, θα καταλάβετε, οι υπόλοιποι, δοκιμάστε το!) και ένα πολύ έντονο χαρακτήρα.
Αυτά είναι λοιπόν τα στοιχεία στα οποία θα πρέπει να επενδύσει η Piaggio και πραγματικά προσβλέπουμε και ελπίζουμε στην περαιτέρω ανάπτυξη της γκάμας των νεορετρό Moto Guzzi!
Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε όλοι μας μια βαθιά υπόκλιση και ένα μεγάλο ευχαριστώ στους: Giovanni Ravelli, Carlo Guzzi, Guiseppe Guzzi , Emanuele Parodi, Giorgio Parodi, Giulio Cesare Carcano, Lino Tonti, Umberto Todero και σε όλους τους επώνυμους και ανώνυμους που συνέβαλαν στο να γραφτεί ένα από τα πιο ένδοξα και όμορφα κεφάλαια στην ιστορία των δύο τροχών!
Πηγη https://motorbike.gr