Κ.Ο.Κ. και διήθηση δικύκλων – Η καυτή πατάτα που κανείς δεν ακουμπά
Η κίνηση δικύκλων μεταξύ λωρίδων κυκλοφορίας ενδέχεται να νομοθετηθεί στην ερχόμενη τροποποίηση του Κ.Ο.Κ., αλλά κανείς δε μπορεί να ξέρει ακόμη με ποιον τρόπο.
Ανατρέχοντας προς τα πίσω στον χρόνο στις δημοσιεύσεις που έχουμε κάνει σχετικά με την πρόθεση της κυβέρνησης να αναθεωρήσει τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (Κ.Ο.Κ.) βλέπουμε πως η περίφημη νέα αναθεώρηση του κώδικα αυτού είχε ξεκινήσει ήδη από τον τελευταίο χρόνο (2018) της προηγούμενης κυβέρνησης, όταν ο τότε υπουργός Μεταφορών, Χρήστος Σπίρτζης, είχε ανακοινώσει τη σύσταση νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για τον ΚΟΚ.
Έκτοτε συναντάμε ανά διαστήματα περιοδικά μπαράζ δημοσιευμάτων που κάθε φορά καταπιάνονται συλλήβδην με ένα “πρόβλημα” της κυκλοφορίας στην πόλη, το οποίο ο νέος Κ.Ο.Κ. προτίθεται να αντιμετωπίσει με συγκεκριμένη νέα νομοθεσία.
Ως τώρα αυτά τα ζητήματα έχουν μια ενδιαφέρουσα γραμμική σύνδεση με την επικαιρότητα της εποχής, λ.χ. όταν άρχισαν να πυκνώνουν τα ατυχήματα με ηλεκτρικά πατίνια, εμφανίστηκαν σύντομα οι “ειδήσεις” περί ενσωμάτωσης της μικροκινητικότητας στη νομοθεσία.
Στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Οδική Ασφάλεια, που παρουσίασε η τρέχουσα κυβέρνηση στις αρχές του 2021 με τον πρώην πλέον υπουργό Κώστα Καραμανλή (μετά το ατύχημα των Τεμπών), η προσοχή είχε στραφεί σε άλλα ζητήματα, όπως η κατηγοριοποίηση και ηλεκτρονική παρακολούθηση των παραβάσεων, η θέσπιση αυστηρότερων ορίων ταχύτητας σε κατοικημένες περιοχές και άλλα εύηχα και εύπεπτα μέτρα, ενώ λίγο καιρό αργότερα πάλι η ίδια επικαιρότητα γέμιζε με την είδηση πως στον νέο Κ.Ο.Κ. θα τιμωρείται ο οδηγός και όχι το όχημα για την παράβαση.
Η μικρή αυτή αναδρομή αναδεικνύει κάποιες πραγματικότητες: πρώτον, η αναθεώρηση του Κ.Ο.Κ. είναι όντως μια διαδικασία υπό εξέλιξη και, δεύτερον, είναι σαφώς απαραίτητη καθώς τα κυκλοφοριακά δεδομένα αλλάζουν διαρκώς και η νομοθεσία οφείλει να επικαιροποιείται αναλόγως.
Όσο όμως συχνά οι πολιτικές εξαγγελίες (ή και “διαρροές”) δείχνουν να έπονται της επικαιρότητας ακολουθώντας με υποσχέσεις πως το όποιο πρόβλημα θα διευθετηθεί στην ερχόμενη αναθεώρηση, υπάρχουν και κάποια ζητήματα που απασχολούν διαχρονικά και ουδέποτε έχουν αντιμετωπιστεί σοβαρά από τον νομοθέτη. Ένα πρωταγωνιστικό θέμα είναι η κίνηση των δικύκλων στους κενούς διαδρόμους μεταξύ αυτοκινήτων στους δρόμους, η διήθηση.
Η πρακτική αυτή παραμένει για δεκαετίες ένα διαρκές “έγκλημα” που επιτρέπεται με την σιωπηρή ανοχή των αρχών. Όσο σπάνιο είναι να δεχτεί κανείς κλήση για διήθηση από την Τροχαία, άλλο τόσο δύσκολο είναι να δικαιωθεί νομικά αν υποστεί ατύχημα κινούμενος ανάμεσα από αυτοκίνητα, ακόμη κι αν η ουσιαστική υπαιτιότητα δεν είναι δική του.
Τον τελευταίο καιρό έχουν πυκνώσει και πάλι τα δημοσιεύματα που μιλούν για νομοθέτηση της διήθησης στον επόμενο Κ.Ο.Κ. και, καθώς στην πλειοψηφία τους προέρχονται από τον χώρο των αυτοκινήτων, εύλογα αγγίζουν μια ευαίσθητη χορδή στο νευρικό σύστημα των οδηγών που καθημερινά καταθέτουν την ψυχική τους ηρεμία στους δρόμους της πόλης προσπαθώντας να μετακινηθούν.
Σε κάθε δημοσίευμα που σέβεται τον εαυτό του αυτό είναι ένα ακόμη πρόβλημα που αναμένεται επιτέλους να διευθετηθεί νομικώς και μάλιστα τους τελευταίους μήνες διαβάζουμε συχνά-πυκνά πως το θέμα απασχολεί την περίφημη νομοπαρασκευαστική επιτροπή – αν και τις περισσότερες φορές δεν υπάρχει καν πραγματική επικαιρότητα πίσω από την είδηση.
Ας δούμε τα δεδομένα. Πρώτον και βασικότερον, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία η διήθηση των δικύκλων είναι μια ξεκάθαρη παράβαση του Κ.Ο.Κ., καθώς σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται η παράλληλη κίνηση δύο (οποιωνδήποτε) οχημάτων στην ίδια λωρίδα.
Δεύτερον, η διήθηση των δικύκλων είναι ζήτημα επιβίωσης, όχι γούστο. Το βασικό πλεονέκτημα της μοτοσυκλέτας στην πόλη είναι αυτή ακριβώς η ικανότητά της να μην κολλά στο μποτιλιάρισμα, μα να αποδρά μέσω των κενών που δημιουργούνται. Γι’ αυτό την προτιμούν τόσες χιλιάδες συμπολίτες μας, γι’ αυτό και η αγορά καιγόταν για χρόνια να νομοθετηθεί η ισοδυναμία διπλωμάτων οδήγησης Α1 και Β.
Για τον οδηγό τετράτροχου που έχει βαρεθεί να πετά 3 και 4 ώρες την ημέρα για να πάει και να έρθει από τη δουλειά, το πέρασμα σε ένα ελαφρύ δίκυκλο ανάγεται σε ζήτημα ποιότητας ζωής, σε κερδισμένο χρόνο και λιγότερο στρες. Φαντάζομαι πως όλοι οι οδηγοί που κάνουν τη μετάβαση σε αναβάτες καλοβλέπουν πρωτίστως την ικανότητα του νέου τους οχήματος να περνά μεταξύ των μποτιλιαρισμένων αυτοκινήτων – και όχι το προνόμιο να βρέχονται όταν βρέχει, να σκάνε όταν κάνει ζέστη και να παγώνουν όταν κάνει κρύο.
Δεν υπάρχει λόγος να επαναλάβουμε τα πολλά επιχειρήματα που στηρίζουν την αξία του δικύκλου στην αστική μετακίνηση. Επιγραμματικά μόνο να θυμίσουμε πως άλλες παράμετροι με μεγάλη σημασία είναι οι σαφώς λιγότεροι ρύποι που εκπέμπει, τόσο καθώς κινείται λιγότερη ώρα για την ίδια διαδρομή όσο και γιατί ως επί το πλείστον έχει μικρότερο και οικονομικότερο κινητήρα από ένα αυτοκίνητο, η ευεργετική του επίδραση στο πρόβλημα του παρκαρίσματος κ.ά.
Όσον αφορά στη διήθηση, θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι η συνέχιση της απαγόρευσής της αντιβαίνει στη στοιχειώδη λογική. Απλά σκεφτείτε όλα τα εκατοντάδες χιλιάδες δίκυκλα που κυκλοφορούν καθημερινά στις μεγάλες πόλεις να πρέπει να στέκονται στο φανάρι στην ουρά ως αυτοκίνητα. Τα μποτιλιαρίσματα θα πολλαπλασιαστούν σε μήκος και ο κίνηση θα γίνει ακόμη πιο ασφυκτική, μα δυστυχώς αυτό θα συμβεί αν ξαφνικά ο κάθε μοτοσυκλετιστής κινδυνεύει με πρόστιμο κάθε φορά που χώνεται μεταξύ αυτοκινήτων.
Αυτός και μόνο είναι ένας σοβαρότατος λόγος για να ασχοληθεί σοβαρά ο νομοθέτης με το θέμα και πραγματικά είναι ντροπή που τόσες δεκαετίες μια απολύτως απαραίτητη καθημερινή πρακτική παραμένει αόρατη στα μάτια του Νόμου, αφήνοντας την εφαρμογή της σε άτυπες κοινωνικές συνήθειες και “χάρες” των οργάνων της Τάξης – που και οι ίδιοι φυσικά εκμεταλλεύονται την ικανότητα διήθησης των αστυνομικών μοτοσυκλετών τους στο έπακρο.
Είναι λοιπόν απαραίτητο ο Κ.Ο.Κ. να ασχοληθεί με το θέμα και μάλιστα με φίλτρο τις πραγματικές ανάγκες μετακίνησης και όχι τις όποιες θορυβώδεις κορώνες σχετικών και άσχετων που συχνά συναντάμε δεξιά κι αριστερά.
Ρεαλιστικά η διήθηση πρέπει να επιτρέπεται δια νόμου, τουλάχιστον για συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως λ.χ. όταν η κυκλοφορία είναι σταματημένη ή κινείται με πολύ αργές ταχύτητες. Το να μπορεί το δίκυκλο να ξεφύγει από το μποτιλιάρισμα είναι ζωτικό ζήτημα: θα εκπέμψει λιγότερους ρύπους αφού δε θα περιμένει στο ρελαντί όπως τα τετράτροχα και ο αναβάτης του θα γλιτώσει την εισπνοή των καυσαερίων των τριγύρω οχημάτων όσο θα περίμενε στην ουρά.
Συνεχιζεται.....