Και το βλεπω στα ματια π.χ των συναδελφων στη δουλεια,οταν με βλεπουν με θερμοκρασιες χαμηλες,ακομα και με μειον,να σκαω με το μοτορι στη δουλεια και να μην μπορουν να καταλαβουν ,πως αφηνω τη ζεστη θεση του κουτιου και προτιμω να καβαλησω.
Δεν μπορούν να καταλάβουν, γιατί είναι βλαμμένοι.
Βρέχει έξω, έρχονται με το αυτοκίνητο «ωραίοι και άνετοι». Παρκάρουν στο πάρκινγκ και διασχίζουν το ποτάμι που λέγεται δρόμος με απλά παπουτσάκια και ελαφρά ρούχα και μέχρι να μπουν στο γραφείο έχουν γίνει μπουγάδα. Άσε που έχουν φάει 2 ώρες στον δρόμο.
Έρχομαι εγώ με τη μηχανή, μπαίνω μέσα, βγάζω αδιάβροχα, γάντια, κράνος και είμαι στεγνός και ζεστός, έχοντας κιόλας οδηγήσει μόλις μερικά λεπτά της ώρας.
Πως ακριβώς δηλαδή τους βόλεψε η κούτα; Μπορεί κάποιος από αυτούς να μου πει ένα, μισό επιχείρημα που να ευσταθεί λογικά;
Κάποιες φορές που αναγκάστηκα να πάρω αυτοκίνητο για δουλειά, σιχάθηκα τη ζωή μου. Εκτός της βαρεμάρας του να περιμένω στις ουρές, άρχισα να νιώθω δυσφορία και παραλίγο να λιποθυμήσω στο τιμόνι, χωρίς πλάκα. Μια φορά έκανα με το κουτί το Κηφισιά-Περιστέρι σε πάνω από 2 ώρες! Μου ερχόταν να το παρατήσω στη μέση της εθνικής και να το κόψω με τα πόδια. Άσε που είχα το κάθε *****ισμένο να μου χώνεται και να αλλάζει λωρίδες επειδή θα πήγαινε πιο γρήγορα αν έκανε αυτά τα 5-6 μέτρα πριν από εμένα. Μιλάμε για βλακεία που διακατέχει μόνο τους κουτάκηδες.
Μια φορά θυμάμαι Ιούλη μήνα, ανοίγει ο ουρανός και ρίχνει καρεκλοπόδαρα. Εγώ τότε φορούσα μόνο ένα μπλουζάκι και έγινα μούσκεμα μέχρι το κόκκαλο. Βγαίνω εθνική και είναι κλασσικά πηγμένη. Βέβαια δεν έκανε κρύο, μόνο όταν έτρεχα χτυπούσε η βροχή τα χέρια μου σαν εκατομμύρια βελονάκια, αφού όταν έφτασα σπίτι ήμουν λες και είχα πάθει ιλαρά. Σταματάω για λίγο δίπλα από ένα κουτί, με κοιτάει ο οδηγός και γελάει. Μου λέει «πω ρε φίλε, βροχή ε, κοίτα πως έχεις γίνει». Του κλείνω το μάτι και του λέω «σε 10 λεπτά θα είμαι σπίτι μου». Έτσι είναι ρε μεγάλε, κάτσε πήξε γιατί σου αξίζει στην τελική.